Αγόρι στα ισλανδικά

Μετάφραση: αγόρι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sveinn, drengur, Boy, drengurinn, strákur, strákurinn
Αγόρι στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγόρι

αγόρι μου τζένη βάνου, αγόρι μου τζένη βάνου στίχοι, αγόρι μου, αγόρι μου στολίδι μου, αγόρι ή κορίτσι, αγόρι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αγόρι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγωνιστής στα ισλανδικά - baráttamaður, bardagamaður, Fighter, baráttumaður, baráttukona
  • αγωνιώ στα ισλανδικά - vera í, að vera í, vera, verið í, vera á
  • αγύρτης στα ισλανδικά - impostor, svikari
  • αγώνας στα ισλανδικά - keppni, barátta, kappleikur, eldspýta, jafnast, Leikurinn, passa, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγόρι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sveinn, drengur, Boy, drengurinn, strákur, strákurinn