Αιφνίδιος στα ισλανδικά

Μετάφραση: αιφνίδιος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hvass, glöggur, beittur, skyndileg, skyndilega, einu, skyndilegur, skyndilegum
Αιφνίδιος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιφνίδιος

αιφνίδιος θάνατος 13χρονης, αιφνίδιος θάνατος στα βρέφη, αιφνίδιος θάνατος αθλητών, αιφνίδιος θάνατος του ισχυρού μηντιάρχη, αιφνίδιος θάνατος εμβρύου, αιφνίδιος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αιφνίδιος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αιτώ στα ισλανδικά - langar til að biðja, vilt biðja, vilt biðja um, vilt fá hana, vil biðja
  • αιτών στα ισλανδικά - umsækjandi, umsækjanda, umsækjandinn, kærandi, kæranda
  • αιφνιδιαστικά στα ισλανδικά - óvænt, skyndilega, óvænta, fyrr en varir
  • αιχμάλωτος στα ισλανδικά - fanga, til fanga, föngnum, hernumda, burt hertekin
Τυχαίες λέξεις
Αιφνίδιος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hvass, glöggur, beittur, skyndileg, skyndilega, einu, skyndilegur, skyndilegum