Ανεξαρτησία στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανεξαρτησία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sjálfstæði, óhæði
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξαρτησία
ανεξαρτησία ινδίας, ανεξαρτησία σερβίας, ανεξαρτησία δικαιοσύνης, ανεξαρτησία βενετίας, ανεξαρτησία σκωτίας, ανεξαρτησία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανεξαρτησία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανεμώδης στα ισλανδικά - rok, vindasamt, hvasst, vindur, vindinn
- ανεξάρτητος στα ισλανδικά - óháður, frjáls, sjálfstæð, óháð, sjálfstæður, sjálfstætt, Velkomin
- ανεπάρκεια στα ισλανδικά - lifrarstarfsemi, nýrnastarfsemi, skert, þurrð, lifrarstarfemi
- ανεπίσημος στα ισλανδικά - óformlegt, óformleg, óformlega, óformlegur, óformlegu
Τυχαίες λέξεις
Ανεξαρτησία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sjálfstæði, óhæði
Μεταφράσεις: sjálfstæði, óhæði