Γνωμικό στα ισλανδικά

Μετάφραση: γνωμικό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Maxim, Do, Maxim sem, Heilræði, Maxim sem við
Γνωμικό στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνωμικό

γνωμικό αλήθεια, γνωμικό ημέρας, γνωμικό φιλία, γνωμικό για τη φιλία, γνωμικό για την αχαριστία, γνωμικό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γνωμικό στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • γνησιότητα στα ισλανδικά - áreiðanleika, áreiðanleiki, sannvottunina, ósvikin, sannleika
  • γνωμάτευση στα ισλανδικά - álit, skoðun, áliti, mati, mat
  • γνωρίζω στα ισλανδικά - vita, kunna, þekkja, veit, vitum, veist, að vita
  • γνωριμία στα ισλανδικά - kunningi, kunningja, kynni, kunningja sem, kynnin
Τυχαίες λέξεις
Γνωμικό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Maxim, Do, Maxim sem, Heilræði, Maxim sem við