Διατάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διατάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ráða, fyrirskipun, ég, I, sem ég, að ég
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διατάζω
διατάζω συνώνυμο, διατάζω συνώνυμα, διατάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διατάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διασχίζω στα ισλανδικά - kross, skerast, argur, yfir, fara yfir, að fara yfir
- διασώζω στα ισλανδικά - spara, geyma, bjarga, forða, frelsa, björgun, Rescue, ...
- διατάσσω στα ισλανδικά - fyrirskipa, enjoin
- διατήρηση στα ισλανδικά - náttúruvernd, verndun, varðveislu, verndunar, varðveisla
Τυχαίες λέξεις
Διατάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ráða, fyrirskipun, ég, I, sem ég, að ég
Μεταφράσεις: ráða, fyrirskipun, ég, I, sem ég, að ég