Δύναμη στα ισλανδικά
Μετάφραση: δύναμη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
máttur, afl, vald, kraftur, völd, orku
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δύναμη
δύναμη βόλου, δύναμη δημιουργίας, δύναμη ζωής, δύναμη ζωής δούρου, δύναμη laplace, δύναμη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δύναμη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δόρυ στα ισλανδικά - spjóti, spjót, spjótið, Spear, spjótiğ
- δότης στα ισλανδικά - gjafa, gjafi, gjafinn, gjafavefurinn, gjafans
- δύση στα ισλανδικά - vestur, West, vestan, vesturs, vestri
- δύσκαμπτος στα ισλανδικά - stífur, stíf, stíft, stífir, þrjósku
Τυχαίες λέξεις
Δύναμη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: máttur, afl, vald, kraftur, völd, orku
Μεταφράσεις: máttur, afl, vald, kraftur, völd, orku