Εγκάρδιος στα ισλανδικά

Μετάφραση: εγκάρδιος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
alúðlegur, góðar, blíðlega
Εγκάρδιος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκάρδιος

εγκάρδιος συνώνυμο, εγκάρδιος αγγλικά, εγκάρδιος συνώνυμα, εγκάρδιος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγκάρδιος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εγείρομαι στα ισλανδικά - rísa, hækka, aukist, hækki, aukast
  • εγκάθετος στα ισλανδικά - Sit, sitja, setjast, Sestu, að sitja
  • εγκέφαλος στα ισλανδικά - heili, heila, heilinn, heilann, heilans
  • εγκαθίσταμαι στα ισλανδικά - byggja, útkljá, setjast, leysa, sætta, sætta sig, að setjast
Τυχαίες λέξεις
Εγκάρδιος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: alúðlegur, góðar, blíðlega