Εγκυμοσύνη στα ισλανδικά
Μετάφραση: εγκυμοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meðganga, þungun, meðgöngu, þungun á, Meðganga Ekki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκυμοσύνη
εγκυμοσύνη 13η εβδομάδα, εγκυμοσύνη πρώτος μήνας, εγκυμοσύνη χωρίς συμπτώματα, εγκυμοσύνη ανα εβδομάδα, εγκυμοσύνη συμπτώματα, εγκυμοσύνη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγκυμοσύνη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εγκρίνω στα ισλανδικά - samþykkja, að samþykkja, samþykkt, samþykki, samþykkir
- εγκρατής στα ισλανδικά - hófsamur, bindindi, edrú
- εγκόσμιος στα ισλανδικά - mundane, hversdagsleg, hversdagslegri, hversdagslega, hversdagslegt
- εγχάραξη στα ισλανδικά - áletrun, leturgröftur, málmgreftri
Τυχαίες λέξεις
Εγκυμοσύνη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: meðganga, þungun, meðgöngu, þungun á, Meðganga Ekki
Μεταφράσεις: meðganga, þungun, meðgöngu, þungun á, Meðganga Ekki