Εγχειρίδιο στα ισλανδικά
Μετάφραση: εγχειρίδιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
handbók, Manual, Handvirkt, Handvirk, handvirka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγχειρίδιο
εγχειρίδιο διοικητικού δικαίου σπηλιωτόπουλος, εγχειρίδιο βλακείας, εγχειρίδιο βλακείας pdf, εγχειρίδιο διοικητικού δικαίου, εγχειρίδιο ελεύθερης κατάδυσης, εγχειρίδιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγχειρίδιο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εγχείρημα στα ισλανδικά - verkefni, verkefnið, verkefninu, verkefnisins, verkefnastjórnun
- εγχείρηση στα ισλανδικά - skurðaðgerð, aðgerð, skurðlækningar, skurðaðgerðir, aðgerðin
- εγχειρίζω στα ισλανδικά - encheirizo
- εγωισμός στα ισλανδικά - sjálfhverfu
Τυχαίες λέξεις
Εγχειρίδιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: handbók, Manual, Handvirkt, Handvirk, handvirka
Μεταφράσεις: handbók, Manual, Handvirkt, Handvirk, handvirka