Εντατικοποίηση στα ισλανδικά
Μετάφραση: εντατικοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Efling, nákvæm
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντατικοποίηση
εντατικοποίηση συνώνυμα, εντατικοποίηση της εργασίας, εντατικοποίηση σπουδών, εντατικοποίηση γεωργίας, εντατικοποίηση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εντατικοποίηση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εντάσσω στα ισλανδικά - ég, I, sem ég, að ég
- εντατικά στα ισλανδικά - ákafur, hörðum, hörðum höndum, mjög mikla, ötullega
- εντατικός στα ισλανδικά - ákafur
- εντείνω στα ισλανδικά - magnað, efla, auka, að efla, magnast
Τυχαίες λέξεις
Εντατικοποίηση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Efling, nákvæm
Μεταφράσεις: Efling, nákvæm