Επιβλέπω στα ισλανδικά

Μετάφραση: επιβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
superintend
Επιβλέπω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβλέπω

επιβάλλω αγγλικα, επιβάλλω english, επιβλέπω αόριστοσ, επιβλέπω translation, επιβάλλω στα αγγλικά, επιβλέπω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επιβλέπω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιβιβάζομαι στα ισλανδικά - fæði, borð, fari, fara um borð, ráðast, takast
  • επιβιβάζω στα ισλανδικά - borð, fari, fara um borð, ráðast, takast
  • επιβλαβής στα ισλανδικά - skaðlegt, skaðleg, skaðlegar, hættulegt, skaðlegum
  • επιβλητικός στα ισλανδικά - leggja, að leggja, setja, að setja, setningu
Τυχαίες λέξεις
Επιβλέπω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: superintend