Ευλύγιστος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ευλύγιστος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
beygjanlegur, limber
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλύγιστος
ευλύγιστος συνώνυμα, ευλύγιστος συνωνυμο, ευλύγιστος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ευλύγιστος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ευλογώ στα ισλανδικά - blessa, blessi, að blessa, blessar, blessum
- ευλυγισία στα ισλανδικά - Suppleness
- ευμενής στα ισλανδικά - mótdrægur, propitious, hagstæður
- ευμετάβλητος στα ισλανδικά - breytanlegur, breytilegur
Τυχαίες λέξεις
Ευλύγιστος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: beygjanlegur, limber
Μεταφράσεις: beygjanlegur, limber