Εφημερίδα στα ισλανδικά
Μετάφραση: εφημερίδα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dagblað, pappír, fréttablað, blað, blaðið, dagblaðið, dagblaði, nearby
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφημερίδα
εφημερίδα ελευθερία, εφημερίδα έθνος, εφημερίδα θεσσαλία, εφημερίδα της κυβερνήσεως, εφημερίδα συντακτών, εφημερίδα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εφημερίδα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εφηβικός στα ισλανδικά - nubile
- εφημέριος στα ισλανδικά - Chaplain
- εφικτός στα ισλανδικά - mögulegur, gerlegt, framkvæmanlegt, mögulegt, er gerlegt, hagkvæmt
- εφοδιάζω στα ισλανδικά - victual
Τυχαίες λέξεις
Εφημερίδα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dagblað, pappír, fréttablað, blað, blaðið, dagblaðið, dagblaði, nearby
Μεταφράσεις: dagblað, pappír, fréttablað, blað, blaðið, dagblaðið, dagblaði, nearby