Θαυμάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: θαυμάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dást, dá, dáist, dáist að, dást að, að dást
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θαυμάζω
θαυμάζω αρχικοί χρόνοι, θαυμάζω αρχαία, θαυμάζω συνώνυμα, θαυμάζω στα αγγλικα, ονειροκρίτης θαυμάζω, θαυμάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, θαυμάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- θαρραλέα στα ισλανδικά - hugrekki, af hugrekki, hugrakkur
- θαρραλέος στα ισλανδικά - kjarkmikill, djarfur, digur, hugrökk, öruggur, hugrakkur, öruggir, ...
- θαυμάσιος στα ισλανδικά - yndislegt, dásamlegt, dásamlegur, dásamleg, frábæra
- θαυμασμός στα ισλανδικά - tákn, furða, aðdáun, aðdáunin, svo aðdáun, hylli, aðdáunin á
Τυχαίες λέξεις
Θαυμάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dást, dá, dáist, dáist að, dást að, að dást
Μεταφράσεις: dást, dá, dáist, dáist að, dást að, að dást