Θερίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: θερίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mow, að mow
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θερίζω
θερίζω english, θερίζω σημασία, θερίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, θερίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- θεολογία στα ισλανδικά - guðfræði, guðfræðin, hafði guðfræðin
- θεολόγος στα ισλανδικά - guðfræðingur
- θεραπεία στα ισλανδικά - atlot, meðferð, meðhöndlun, meðferðar, meðferð með, meðferðin
- θεραπεύω στα ισλανδικά - meðhöndla, meðferðar, að meðhöndla, meðferðar við, meðferðar á
Τυχαίες λέξεις
Θερίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mow, að mow
Μεταφράσεις: mow, að mow