Κάτοχος στα ισλανδικά

Μετάφραση: κάτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eigandi, handhafi, handhafa, hald, handhafinn
Κάτοχος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάτοχος

κάτοχοσ άδειασ υπηρεσιών ασφαλείασ security, κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης, κάτοχος τηλεφωνικού αριθμού, κάτοχος διπλώματος οδήγησης, κάτοχος voucher, κάτοχος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κάτοχος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κάτισχνος στα ισλανδικά - Haggard
  • κάτοικος στα ισλανδικά - búsettur, íbúi, búandi, heimilisfastur, heimilisfast, búsetu, búsettir
  • κάτω στα ισλανδικά - dúnn, niður, ofan, um, fyrir um, er fyrir um
  • κάψουλα στα ισλανδικά - hylki, hylkið, hylkja
Τυχαίες λέξεις
Κάτοχος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eigandi, handhafi, handhafa, hald, handhafinn