Καθαρός στα ισλανδικά

Μετάφραση: καθαρός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hreinsa, hreinn, ljóst, skýr, tær, skýrt, bjartur
Καθαρός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαρός

καθαρός αριθμός, καθαρόσ κύκλοσ εργασιών, καθαρός βασικος μισθος 2014, καθαρός συνώνυμο, καθαρός μισθός, καθαρός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καθαρός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καθαριστήριο στα ισλανδικά - þvottahús, Laundry, leikjaherbergi
  • καθαριστής στα ισλανδικά - purifier, hreinsa
  • καθελκύω στα ισλανδικά - er hleypt af stokkunum, er sett, hefst, af stokkunum, er sett á
  • καθεστώς στα ισλανδικά - stjórn, fyrirkomulag, fyrirkomulagi, stjórnin, skipan
Τυχαίες λέξεις
Καθαρός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hreinsa, hreinn, ljóst, skýr, tær, skýrt, bjartur