Κακός στα ισλανδικά
Μετάφραση: κακός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
illmenni, meinfús, illur, slæmt, slæmur, slæm, illa, slæma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κακός
κακός είναι ο άνθρωπος που του αρέσει να ντροπιάζει τους άλλους, κακός ύπνος, κακός άνθρωπος, κακός ψυχρός κι ανάποδος, κακός λύκος μελίσσια, κακός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κακός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κακόβουλος στα ισλανδικά - illgjarn
- κακόμοιρος στα ισλανδικά - vesalingur, óféti, aumur, fátæklegu
- κακότροπος στα ισλανδικά - crusty
- καλά στα ισλανδικά - jæja, vel, frískur, heilsugóður, og, heilbrigður, og heilbrigður, ...
Τυχαίες λέξεις
Κακός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: illmenni, meinfús, illur, slæmt, slæmur, slæm, illa, slæma
Μεταφράσεις: illmenni, meinfús, illur, slæmt, slæmur, slæm, illa, slæma