Καλύβα στα ισλανδικά

Μετάφραση: καλύβα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skála, Kofinn, skúr, kofa, skáli
Καλύβα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλύβα

καλύβα χρηστάκη, καλύβα αικατερίνη, καλύβα ευαγγελία, καλύβα κατασκήνωση, καλύβα ψηλά στο βουνό, καλύβα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καλύβα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καλός στα ισλανδικά - gerð, almennilegur, vænn, hollur, góður, tegund, gott, ...
  • καλότυχος στα ισλανδικά - heppinn, lánsöm, gæfu aðnjótandi, þeirrar gæfu aðnjótandi, heppin
  • καλύπτω στα ισλανδικά - ábreiða, hlemmur, sveipa, lok, kápa, ná, þekja, ...
  • καλώ στα ισλανδικά - kalla, símtal, hringja, símtali, símtala
Τυχαίες λέξεις
Καλύβα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skála, Kofinn, skúr, kofa, skáli