Κλέβω στα ισλανδικά

Μετάφραση: κλέβω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ögn, stela, thieve
Κλέβω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλέβω

κλέβω εκκλησία, κλέβω στα αγγλικά, κλέβω internet, κόβω κλίση, κλέβω ονειροκρίτης, κλέβω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κλέβω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κλάσμα στα ισλανδικά - brot, hluti, hlutinn, broti
  • κλάψιμο στα ισλανδικά - grátur, klapsimo
  • κλήμα στα ισλανδικά - vínviður, vínviðurinn, vínviði, vínvið, Vine
  • κλήρος στα ισλανδικά - hlutabréf, hluti, clergy, klerka, prestastétt
Τυχαίες λέξεις
Κλέβω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ögn, stela, thieve