Κλιμάκωση στα ισλανδικά
Μετάφραση: κλιμάκωση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stigvaxandi, vaxandi, stækka, auka þarf, smám
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλιμάκωση
κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2013, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση συνώνυμο, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2011, κλιμάκωση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κλιμάκωση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κλητεύω στα ισλανδικά - Subpoena
- κλικ στα ισλανδικά - smella, smellur, smell, smelltu, smellt
- κλιμακώνομαι στα ισλανδικά - escalates, eykst til
- κλινική στα ισλανδικά - heilsugæslustöð, Lækningalind, sjúkrahúsið, Clinic, læknastofa
Τυχαίες λέξεις
Κλιμάκωση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stigvaxandi, vaxandi, stækka, auka þarf, smám
Μεταφράσεις: stigvaxandi, vaxandi, stækka, auka þarf, smám