Κοιμάμαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: κοιμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sofa, Sleep, svefn, svefni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιμάμαι
κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, κοιμάμαι πολύ, κοιμάμαι μεγαλώνω νουνου, κοιμάμαι και μεγαλώνω, κοιμάμαι με ανοιχτό στόμα, κοιμάμαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κοιμάμαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κοιλιακός στα ισλανδικά - kvið, kviðarholi, kviðar, í kvið, þaninn
- κοιλότητα στα ισλανδικά - hol, hola, holrúmið, Hólfið, holrúmi, holrúm sem
- κοινά στα ισλανδικά - almenningar, Commons, almenningar í, eru almenningar, almenningssvæði
- κοινοβουλευτικός στα ισλανδικά - þingsins, Alþingis, þingmanna, þjóðþinga, þing
Τυχαίες λέξεις
Κοιμάμαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sofa, Sleep, svefn, svefni
Μεταφράσεις: sofa, Sleep, svefn, svefni