Κούρεμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: κούρεμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
klipping, klippingu, frádrag, frádragi, klippingin
Κούρεμα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κούρεμα

κούρεμα 2014, κούρεμα ομολόγων, κούρεμα χρέους, κούρεμα ανδρικό, κούρεμα σκύλων, κούρεμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κούρεμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κούπα στα ισλανδικά - mál, kanna
  • κούραση στα ισλανδικά - þreyta, þreytu, þróttleysi
  • κούρνια στα ισλανδικά - karfa
  • κούρσα στα ισλανδικά - bíll, bifreið, kapp, keppninni
Τυχαίες λέξεις
Κούρεμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: klipping, klippingu, frádrag, frádragi, klippingin