Μαυλίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: μαυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pander
Μαυλίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαυλίζω

μαυλίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μαυλίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ματιά στα ισλανδικά - bjarmi, leita, líta, að líta, útlit, horfa
  • ματώνω στα ισλανδικά - blæða, blæðir, blæðingar, Bleed, blæðingar í
  • μαυρίζω στα ισλανδικά - bleikju, stafir, bleikja, bleikjan, bleikjur
  • μαυροπίνακας στα ισλανδικά - Blackboard
Τυχαίες λέξεις
Μαυλίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: pander