Μειοψηφία στα ισλανδικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
minnihluti, minnihluta, minnihlutinn, minnihlutahópur, minnihlutahópa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μειοψηφία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα ισλανδικά - Rummy
- μειονέκτημα στα ισλανδικά - ókostur, Ókosturinn, gallar, óhagræði, galli
- μειώνομαι στα ισλανδικά - falla, dropi, missa, hjaðna, minnka, undanhaldi, minnkandi, ...
- μειώνω στα ισλανδικά - lækka, skerða, skerðir, minnka bann úrlendisrétt, skerÃ
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: minnihluti, minnihluta, minnihlutinn, minnihlutahópur, minnihlutahópa
Μεταφράσεις: minnihluti, minnihluta, minnihlutinn, minnihlutahópur, minnihlutahópa