Μερίδιο στα ισλανδικά

Μετάφραση: μερίδιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kafli, hluti, partur, leyti, hlut, hlutdeild, Share, hlutur
Μερίδιο στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μερίδιο

μερίδιο αγοράς, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2012, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας, μερίδιο των αγγέλων, μερίδιο αγοράς σταθερής τηλεφωνίας, μερίδιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μερίδιο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μενεξές στα ισλανδικά - fjólublá, Violet, fjólublátt, fjólublár, fjólublái
  • μερίδα στα ισλανδικά - skammtur, hluti, hluta, hlutinn, hlutdeild, skammti
  • μεραρχία στα ισλανδικά - deiling, skil, deild, skiptingu, skipting, Sviðið, deildar
  • μεριά στα ισλανδικά - bógur, hlið, borð, megin, kantinum, hliðin, hliðinni
Τυχαίες λέξεις
Μερίδιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: kafli, hluti, partur, leyti, hlut, hlutdeild, Share, hlutur