Μοντέρνος στα ισλανδικά
Μετάφραση: μοντέρνος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nútíðar-, nútíma, nútímalegt, nútímaleg, nútímalega, nútímans
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοντέρνος
μοντέρνος χορός βικιπαίδεια, μοντέρνος κήπος, μοντέρνος καναπές, μοντέρνος χώρος, μοντέρνος συνώνυμα, μοντέρνος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μοντέρνος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μονοπώλιο στα ισλανδικά - einokun, einkasala, einkaréttur, einkarétt, að einkaréttur, einokunaraðstöðu
- μοντέλο στα ισλανδικά - afbragð, líkan, fyrirmynd, líkanið, gerð, módel
- μονόκλινος στα ισλανδικά - einstaka, einfalt, einstakur, einhleypur, einn, eitt, einum, ...
- μονός στα ισλανδικά - einhleypur, einfalt, hrufóttur, kynlegur, einkennilegur, einstakur, einstaka, ...
Τυχαίες λέξεις
Μοντέρνος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: nútíðar-, nútíma, nútímalegt, nútímaleg, nútímalega, nútímans
Μεταφράσεις: nútíðar-, nútíma, nútímalegt, nútímaleg, nútímalega, nútímans