Οντότητα στα ισλανδικά

Μετάφραση: οντότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aðili, ili, eining, rekstrareining, aðilinn
Οντότητα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οντότητα

οντότητα συνώνυμα, σιωνιστική οντότητα, σκοτεινή οντότητα, νομική οντότητα, πολιτική οντότητα, οντότητα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οντότητα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ονομαστός στα ισλανδικά - frægur, fræga, fræg, frægu, þekkt
  • ονοματολογία στα ισλανδικά - tegundaheiti, flokkunarkerfi, flokkunarkerfis, nafnakerfi, flokkunarkerfið
  • οξείδιο στα ισλανδικά - oxíð, oxid, oxíði, oxiði, járnoxíð
  • οξικός στα ισλανδικά - ediksýra, acetic, acetlc, ediksýru, edik-
Τυχαίες λέξεις
Οντότητα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: aðili, ili, eining, rekstrareining, aðilinn