Οροπέδιο στα ισλανδικά
Μετάφραση: οροπέδιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hálendi, jafnvægi, hásléttu, háslétta, hásléttu í
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οροπέδιο
οροπέδιο αγ. τριάδας καλοσκοπής φωκίδας, οροπέδιο νίδας, οροπέδιο λασιθίου, οροπέδιο της νίδας, οροπέδιο λασιθίου ξενώνες, οροπέδιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οροπέδιο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- οροθετώ στα ισλανδικά - afmarka, demarcate
- ορολογία στα ισλανδικά - hugtök, hugtök sem, hugtakanotkun, hugtökum, Orða- og hugtakanotkun
- οροφή στα ισλανδικά - þak, þaki, þakið, þakinu
- ορτύκι στα ισλανδικά - Quail
Τυχαίες λέξεις
Οροπέδιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hálendi, jafnvægi, hásléttu, háslétta, hásléttu í
Μεταφράσεις: hálendi, jafnvægi, hásléttu, háslétta, hásléttu í