Προσκτώμαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: προσκτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
prosktomai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκτώμαι
προσκτώμαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσκτώμαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προσκομίζω στα ισλανδικά - framleiðsla, framleiða, afurðir, adduce
- προσκρούω στα ισλανδικά - árekstur, högg, rekur, rekur sig, rekast, rekur sig á
- προσκυνητής στα ισλανδικά - Pílagrímur, Pilgrim
- προσκόλληση στα ισλανδικά - meðferðarheldni, fylgja, fylgi fyrirmælum, farið, að fylgja
Τυχαίες λέξεις
Προσκτώμαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: prosktomai
Μεταφράσεις: prosktomai