Πυκνότητα στα ισλανδικά

Μετάφραση: πυκνότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þéttleiki, þéttleika, eðlismassi, eðlismassa, þéttni
Πυκνότητα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυκνότητα

πυκνότητα λαδιού, πυκνότητα πάγου, πυκνότητα βενζίνης, πυκνότητα χαλκού, πυκνότητα σιδήρου, πυκνότητα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πυκνότητα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πυκνωτής στα ισλανδικά - þétti, Þéttir, þéttirinn
  • πυκνός στα ισλανδικά - þykkur, digur, thickset
  • πυκνώνω στα ισλανδικά - þykkna, þykknað, fituhnútar, þykkja, þykkari
  • πυξίδα στα ισλανδικά - áttaviti, Áttavitinn, áttavita, áttavitanum, áttavitans
Τυχαίες λέξεις
Πυκνότητα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þéttleiki, þéttleika, eðlismassi, eðlismassa, þéttni