Σιτίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: σιτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fóðra, ala, Fed, fóðraðir, seðlabankinn, borða, Bankinn
Σιτίζω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σιτίζω

σιτίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σιτίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σιδερώνω στα ισλανδικά - járn, pressa, mangle
  • σιδηρόδρομος στα ισλανδικά - járnbraut, járnbrautar
  • σιχαίνομαι στα ισλανδικά - bjóða við, orðin leið, orðin leið á, býður við, er orðin leið
  • σιωπή στα ισλανδικά - þögn, þögnin, hljóðstyrkur, hljóðstyrkur í, þögnin er
Τυχαίες λέξεις
Σιτίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fóðra, ala, Fed, fóðraðir, seðlabankinn, borða, Bankinn