Σφοδρός στα ισλανδικά
Μετάφραση: σφοδρός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákafamaðr
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφοδρός
σφοδρός συνώνυμο, σφοδρός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σφοδρός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σφιχτός στα ισλανδικά - fastur, þétt, fast, aðhaldssöm, þröngt
- σφοδρά στα ισλανδικά - inveighingly
- σφουγγαρίζω στα ισλανδικά - mop
- σφουγγαρίστρα στα ισλανδικά - mop
Τυχαίες λέξεις
Σφοδρός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ákafamaðr
Μεταφράσεις: ákafamaðr