Σωματοφύλακας στα ισλανδικά

Μετάφραση: σωματοφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lífvörður, höfuðvörð
Σωματοφύλακας στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματοφύλακας

σωματοφύλακας του ομπάμα, σωματοφύλακας ομπαμα, σκύλος σωματοφύλακας, σωματοφύλακας βυζαντινου αυτοκρατορα, σωματοφύλακας συνώνυμα, σωματοφύλακας λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σωματοφύλακας στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σωματικά στα ισλανδικά - líkamlega, Líkamleg, líkamlegur, líkamstjóni, líkamshlutverk
  • σωματικός στα ισλανδικά - líkamlega, líkamlegt, líkamleg, eðlisfræðilegan, líkamlegur
  • σωπαίνω στα ισλανδικά - þögn, halda, að halda, hafa, haldið, viðurværi
  • σωρευτικός στα ισλανδικά - uppsöfnuð, stigvaxandi, uppsafnað, samanlögð, uppsafnaður
Τυχαίες λέξεις
Σωματοφύλακας στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lífvörður, höfuðvörð