Σύγχυση στα ισλανδικά
Μετάφραση: σύγχυση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rugl, ringlun, ruglingi, rugli, ruglingur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύγχυση
σύγχυση συμπτώματα, σύγχυση ορισμός, σύγχυση ετυμολογία, σύγχυση ταυτότητας, σύγχυση σύγχυση, σύγχυση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σύγχυση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σύγκρουση στα ισλανδικά - árekstur, átök, átökin, átökum, stangast, stangast á
- σύγχρονος στα ισλανδικά - samtíðarmaður, samtíða, nútíðar-, nútíma, nútímalegt, nútímaleg, nútímalega, ...
- σύζυγος στα ισλανδικά - bóndi, maki, kona, eiginmaður, maðurinn, eiginmaðurinn, eiginmann
- σύκα στα ισλανδικά - fíkja, fíkjur, Myndir, fíkjum, myndum, Figs
Τυχαίες λέξεις
Σύγχυση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: rugl, ringlun, ruglingi, rugli, ruglingur
Μεταφράσεις: rugl, ringlun, ruglingi, rugli, ruglingur