Τροφοδοτώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: τροφοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ala, fóðra, Stoke
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφοδοτώ
τροφοδοτώ μετάφραση, τροφοδοτώ στα αγγλικα, τροφοδοτώ in english, τροφοδοτώ συνώνυμα, τροφοδοτώ βικιλεξικο, τροφοδοτώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τροφοδοτώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τροφικός στα ισλανδικά - næringargildi
- τροφοδοσία στα ισλανδικά - Sjálfsafgreiðsla, veisluþjónusta, veitingaþjónusta, veitingar
- τροφοδότης στα ισλανδικά - caterer
- τροχαλία στα ισλανδικά - Talía, blökkina
Τυχαίες λέξεις
Τροφοδοτώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ala, fóðra, Stoke
Μεταφράσεις: ala, fóðra, Stoke