Τσιγαρίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: τσιγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eldið
Τσιγαρίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιγαρίζω

τσιγαρίζω ετυμολογία, τσιγαρίζω στα αγγλικά, τσιγαρίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τσιγαρίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • τσεκούρι στα ισλανδικά - öxi, AX, öxin, öxina, öx
  • τσιγάρο στα ισλανδικά - vindlingur, sígaretta, sígarettu, Sígaretta, vindlingur í, sígarettur
  • τσιγκλώ στα ισλανδικά - Ciglane
  • τσιγκουνεύομαι στα ισλανδικά - stopp, Stint
Τυχαίες λέξεις
Τσιγαρίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eldið