Υποκύπτω στα ισλανδικά
Μετάφραση: υποκύπτω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bogi, Bow, boga, boginn, borar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκύπτω
υποκύπτω μετάφραση, υποκύπτω στα γαλλικα, υποκύπτω αγγλικα, υποκύπτω english, υποκύπτω συνώνυμα, υποκύπτω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υποκύπτω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υποκοριστικός στα ισλανδικά - ypokoristikos
- υποκρισία στα ισλανδικά - hræsni, hræsnin
- υπολείμματα στα ισλανδικά - leifar, efnaleifar, leifarnar, leifum, efnaleifa
- υπολειπόμενος στα ισλανδικά - eftir, sem eftir, eftir er, Eftirstöðvar, sem eftir er
Τυχαίες λέξεις
Υποκύπτω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bogi, Bow, boga, boginn, borar
Μεταφράσεις: bogi, Bow, boga, boginn, borar