Ωραίος στα ισλανδικά

Μετάφραση: ωραίος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skemmtilegur, myndarlegur, myndarlega, myndarleg, fríður, myndarlegi
Ωραίος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωραίος

ωραίος συνώνυμα, ωραίος νέα ιωνία, ωραίος σαν έλληνας, ωραίος ετυμολογία, ωραίος δαρείος, ωραίος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ωραίος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ωράριο στα ισλανδικά - ferðaáætlun, tími, löngu, tíma, tíminn, sinn
  • ωραία στα ισλανδικά - fínn, fínt, lagi, í lagi, vel
  • ωριαίος στα ισλανδικά - klukkustundar fresti, klukkutíma fresti, á klukkutíma fresti, á klukkustundar fresti, mínútna
  • ωριμάζω στα ισλανδικά - þroskaður, þroskað, þroska, þroskast, þroskaðri
Τυχαίες λέξεις
Ωραίος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skemmtilegur, myndarlegur, myndarlega, myndarleg, fríður, myndarlegi