Άντληση στα ισπανικά
Μετάφραση: άντληση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
succión, bombeo, de bombeo, bombeo de, el bombeo, de bombeo de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άντληση
άντληση πετρελαίου, άντληση συνώνυμα, άντληση νερού από πηγάδι, άντληση πληροφοριών από τον παγκόσμιο ιστό, άντληση νερού, άντληση λεξικό γλώσσας ισπανικά, άντληση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- άνομος στα ισπανικά - infame, ilegal, sin ley, inicuo, anárquica, anárquico
- άνοστος στα ισπανικά - insulso, flojo, endeble, insípida, soso
- άντρας στα ισπανικά - socio, compañero, hombre, el hombre, hombre de, del hombre, al hombre
- άντρο στα ισπανικά - gruta, cueva, caverna, antro, la caverna, caverna de
Τυχαίες λέξεις
Άντληση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: succión, bombeo, de bombeo, bombeo de, el bombeo, de bombeo de
Μεταφράσεις: succión, bombeo, de bombeo, bombeo de, el bombeo, de bombeo de