Αστυφύλακας στα ισπανικά
Μετάφραση: αστυφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
policía, guardia, agente, alguacil, Constable
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστυφύλακας
μυστικός αστυφύλακας, αστυφύλακας αυτοκτόνησε, αστυφύλακας μισθός, αστυφύλακας γιάννης βαρύς, αστυφύλακασ α υ, αστυφύλακας λεξικό γλώσσας ισπανικά, αστυφύλακας στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- αστυνομεύω στα ισπανικά - guardia, policía, Policiales, Vigilancia, Policing, Policía, policial
- αστυνόμος στα ισπανικά - agente, guardia, policía, mariscal, alguacil, Marshal, mariscal de, ...
- αστός στα ισπανικά - habitante de la ciudad, citadino, hombre de ciudad, paisano, conciudadano
- ασυδοσία στα ισπανικά - inmunidad, impunidad, la inmunidad, de inmunidad, inmunidad de, exención
Τυχαίες λέξεις
Αστυφύλακας στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: policía, guardia, agente, alguacil, Constable
Μεταφράσεις: policía, guardia, agente, alguacil, Constable