Βοηθητικός στα ισπανικά
Μετάφραση: βοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
auxiliar, auxiliares, auxiliar de, auxiliares de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βοηθητικός
βοηθητικός χώρος ε9, βοηθητικός στο στρατό, βοηθητικόσ πάγκοσ κουζίνασ, βοηθητικός χώρος 4014, βοηθητικόσ χώροσ, βοηθητικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, βοηθητικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- βοήθεια στα ισπανικά - ayudante, mantener, patrocinar, respaldar, apoyar, respaldo, secundar, ...
- βοήθημα στα ισπανικά - ayudante, ayuda, ayudar, socorro, asistir, ayudas, la ayuda, ...
- βοηθός στα ισπανικά - ayudante, ayudar, asistente, remediar, socorro, colaborador, ayuda, ...
- βοηθώ στα ισπανικά - ayudante, ayudar, socorro, asistir, apoyar, ayuda, auxiliar, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοηθητικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: auxiliar, auxiliares, auxiliar de, auxiliares de
Μεταφράσεις: auxiliar, auxiliares, auxiliar de, auxiliares de