Γενικός στα ισπανικά

Μετάφραση: γενικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
entero, universal, público, general, global, general de, en general, generales
Γενικός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενικός

γενικός γραμματέας κυβέρνησης, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας αποκεντρωμένης διοίκησης κρήτης, γενικός οικοδομικός κανονισμός, γενικός κανονισμός λιμένα, γενικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, γενικός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • γενικά στα ισπανικά - generalmente, en general, general, lo general
  • γενική στα ισπανικά - genitivo, general, general de, en general, generales
  • γενικότητα στα ισπανικά - generalidad, la generalidad, carácter general, generalización
  • γεννήτρια στα ισπανικά - generador, generador de, del generador, el generador, generadora
Τυχαίες λέξεις
Γενικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: entero, universal, público, general, global, general de, en general, generales