Δανεισμός στα ισπανικά

Μετάφραση: δανεισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
crédito, prestar, préstamo, endeudamiento, préstamos, los préstamos, empréstitos
Δανεισμός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δανεισμός

δανεισμός ελλάδας, δανεισμός εργαζομένων, δανεισμός βιβλίων, δανεισμός υπαλλήλου, δανεισμός προσωπικού, δανεισμός λεξικό γλώσσας ισπανικά, δανεισμός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • δανείζω στα ισπανικά - prestar, dar, prestan, prestarle, echar
  • δανειζόμενος στα ισπανικά - prestatario, deudor, prestatarios, el prestatario, del prestatario
  • δαπάνες στα ισπανικά - desembolso, gasto, costos, costes, los costos, gastos, los costes
  • δαπάνη στα ισπανικά - desembolso, gasto, coste, importe, gastos, costo, costar, ...
Τυχαίες λέξεις
Δανεισμός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: crédito, prestar, préstamo, endeudamiento, préstamos, los préstamos, empréstitos