Δεσμοφύλακας στα ισπανικά
Μετάφραση: δεσμοφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
llavero, carcelero, carcelero de, carcelera, jailer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμοφύλακας
δεσμοφύλακας ο πόνος, δεσμοφύλακας λεξικό γλώσσας ισπανικά, δεσμοφύλακας στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- δεσμευτικός στα ισπανικά - encuadernación, obligatorio, unión, vinculante, de unión
- δεσμεύω στα ισπανικά - cometer, atar, grillete, traba, fetter, atadura, trabas
- δεσμός στα ισπανικά - asunto, caso, vínculo, traba, negocio, enlace, fianza, ...
- δεσποινίς στα ισπανικά - errar, marrar, muchacha, señorita, perder, mademoiselle, la señorita
Τυχαίες λέξεις
Δεσμοφύλακας στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: llavero, carcelero, carcelero de, carcelera, jailer
Μεταφράσεις: llavero, carcelero, carcelero de, carcelera, jailer