Διάταγμα στα ισπανικά
Μετάφραση: διάταγμα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
edicto, decretar, ordenanza, decreto, el Decreto, decreto de, decreto que
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάταγμα
διάταγμα παραλαβής, διάταγμα περιοριστικών μέτρων, διάταγμα καρακάλλα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα του 311, διάταγμα λεξικό γλώσσας ισπανικά, διάταγμα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- διάστημα στα ισπανικά - periodo, entreacto, escribir, encanto, período, gracia, tiempo, ...
- διάσωση στα ισπανικά - salvamento, salvar, rescatar, rescate, de rescate, rescate de, de salvamento
- διάταξη στα ισπανικά - arreglo, configuración, provisión, suministro, disposición, prestación, disposiciones
- διάφορα στα ισπανικά - vario, diferente, diverso, distinto, diferentes, distinta, distintos
Τυχαίες λέξεις
Διάταγμα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: edicto, decretar, ordenanza, decreto, el Decreto, decreto de, decreto que
Μεταφράσεις: edicto, decretar, ordenanza, decreto, el Decreto, decreto de, decreto que