Διαιτησία στα ισπανικά
Μετάφραση: διαιτησία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arbitraje, de arbitraje, arbitral, el arbitraje, un arbitraje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαιτησία
διαιτησία κπολδ, διαιτησία στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, διαιτησία τεε, διαιτησία ποδοσφαίρου, διαιτησία icc, διαιτησία λεξικό γλώσσας ισπανικά, διαιτησία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- διαιρώ στα ισπανικά - partir, dividir, separar, compartir, divisoria, brecha, división, ...
- διαισθητικός στα ισπανικά - intuitivo, intuitiva, intuitivos, intuitivas, e intuitiva
- διαιτητής στα ισπανικά - árbitro, colegiado, arbitro
- διαιτητεύω στα ισπανικά - arbitrar, arbitraje, arbitre, el arbitraje, de arbitraje
Τυχαίες λέξεις
Διαιτησία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: arbitraje, de arbitraje, arbitral, el arbitraje, un arbitraje
Μεταφράσεις: arbitraje, de arbitraje, arbitral, el arbitraje, un arbitraje