Δικανικός στα ισπανικά
Μετάφραση: δικανικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
judicial, forense, forenses, forense de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικανικός
δικανικός ορισμός, δικανικός συλλογισμός, δικανικός ψυχολόγος, δικανικός λόγος, δικανικός ρήτορας, δικανικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, δικανικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- δικαιοσύνη στα ισπανικά - justicia, equidad, hermosura, juez, la justicia, de justicia, justicia de
- δικαιώνω στα ισπανικά - justificar, fundar, motivar, justificar la, justifica, justificar el, justifique
- δικαστήριο στα ισπανικά - corral, patio, galantear, tribunal, juzgado, corte, cancha, ...
- δικαστής στα ισπανικά - juez, juez de, magistrado, el juez, jueza
Τυχαίες λέξεις
Δικανικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: judicial, forense, forenses, forense de
Μεταφράσεις: judicial, forense, forenses, forense de