Επίκαιρος στα ισπανικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
oportuno, actual, temático, tópica, tópico, actualidad
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας ισπανικά, επίκαιρος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα ισπανικά - atentado, asalto, ataque, atracar, saltear, asaltar, embestir, ...
- επίθετο στα ισπανικά - apellido, adjetivo, calificativo, adjective, adjetivo que
- επίκληση στα ισπανικά - invocación, la invocación, invocación de, de invocación, advocación
- επίκριση στα ισπανικά - crítica, censura, criticismo, críticas, la crítica, las críticas
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: oportuno, actual, temático, tópica, tópico, actualidad
Μεταφράσεις: oportuno, actual, temático, tópica, tópico, actualidad