Κλιμάκωση στα ισπανικά

Μετάφραση: κλιμάκωση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escala, escama, gama, escalar, escalada, progresividad, intensificación, la progresividad, la escalada
Κλιμάκωση στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλιμάκωση

κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2013, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση συνώνυμο, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2011, κλιμάκωση λεξικό γλώσσας ισπανικά, κλιμάκωση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κλητεύω στα ισπανικά - citación, citación judicial, citatorio, una citación, orden de comparecencia
  • κλικ στα ισπανικά - castañetear, chasquear, chascar, clic, Haga clic, hacer clic, Haz clic, ...
  • κλιμακώνομαι στα ισπανικά - se intensifica, intensifica, intensifica los
  • κλινική στα ισπανικά - clínica, clínica de, la clínica, consulta, clínicas
Τυχαίες λέξεις
Κλιμάκωση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: escala, escama, gama, escalar, escalada, progresividad, intensificación, la progresividad, la escalada